Το ζούμε όλοι. Μιλώντας ή γράφοντας. Άλλος λιγότερο, άλλος περισσότερο. Την αναζήτηση τής λέξης. Μερικές φορές την αγωνία μας για τη λέξη. Την πάλη μας με τις λέξεις γενικότερα.
Τελικά όλη η επικοινωνία μας, όλη η γλώσσα μας είναι μια διαδικασία επιλογής λέξεων. Και όλη η γλωσσική παιδεία μας είναι μια πορεία για την κατάκτηση των λέξεων και των σημασιών που δηλώνονται μ’ αυτές. Λέξεις και τα κείμενά μας. Λέξεις συναρμοσμένες μεταξύ τους με τους αρμούς τής γραμματικής. Λέξεις συν-ταγμένες (τοποθετημένες μαζί) και συν-τεταγμένες (οργανωμένες σε κείμενα, με νοηματική και γλωσσική αλληλουχία μεταξύ τους). Λέξεις και οι ιδέες και τα νοήματά μας, λέξεις και τα συναισθήματά μας. Μια αέναη ροή λέξεων, μια ασταμάτητη επιλογή και ενεργοποίηση ενός τεράστιου υλικού έκφρασης, παρμένου από το γλωσσικό ταμείο τού καθενός μας. Από ό,τι με ακούσματα και διαβάσματα, με κόπο, με αναζητήσεις, με εμπειρίες (συνειδητές και ασυνείδητες) έχει αποθηκεύσει ο καθένας μας ως γλωσσική παρακαταθήκη στη γλωσσική του συνείδηση. Αυτός είναι και ο γλωσσικός θησαυρός τού καθενός μας, ό,τι έχουμε αποθησαυρίσει, δηλ. ό,τι έχουμε αποταμιεύσει μέσα μας (θησαυρός σήμαινε αρχικά ταμείο) για τις ανάγκες και τις ευαισθησίες τής γλωσσικής μας επικοινωνίας.
Θάλασσα οι λέξεις κάθε γλώσσας. Μια πλούσια, γοητευτική, πολυσύνθετη, ανεξερεύνητη σε όλη της την έκταση απεραντοσύνη λέξεων. Τέτοια που να χωράει μέσα σ’ αυτήν ένας ολόκληρος κόσμος κι ένας ολόκληρος λαός. Να αντλεί απ’ αυτήν ένας ολόκληρος λαός, εκατομμύρια άτομα, για να εκφράσει κάθε τι που συλλαμβάνει με τη σκέψη του και επιθυμεί να κοινωνήσει στους άλλους. Θάλασσα με μαργαρίτες και … «μαργαριτάρια». Με τους μαργαρίτες, τα πολύτιμα πετράδια με τα οποία χτίζεται η ζηλευτή ποικιλία, ο πλούτος, η σαφήνεια και η «πληρότητα» τού ανθρώπινου λόγου. Αλλά και με τα αναπόφευκτα αστοχήματα από βιαστικούς, ανέτοιμους ή αδέξιους βουτηχτές που αρπάζουν και βγάζουν από μέσα της, κοντά σε θησαυρούς, και άχρηστα φύκια ή ψεύτικα μαργαριτάρια.
Είναι άξιο θαυμασμού —και μοναδικό προνόμιο τού ανθρώπου— το πώς ένας ολόκληρος κόσμος, ο κόσμος τής έξω και μέσα μας πραγματικότητας συλλαμβάνεται με τη μορφή εννοιών, εκφράζεται με τη μορφή σημασιών («σημαινόμενα»), δηλώνεται με τη μορφή ήχων/φθόγγων («σημαίνοντα»), οργανώνεται σε δομές (γραμματικές) και λειτουργίες (συντακτικές) ώστε να αποτελέσει αυτό που αποκαλούμε γλώσσα. Ένα λεπτό, σύνθετο, απέραντο κι ωστόσο οικονομικό και γι’ αυτό κατακτήσιμο σύστημα με το οποίο κοινωνούμε τη σκέψη μας, τον κόσμο μας, συναντάμε τον άλλο, επικοινωνούμε. Το υλικό με το οποίο κινείται όλος αυτός ο μηχανισμός τής γλώσσας παραμένουν οι λέξεις και οι κανόνες (γραμματικοί και συντακτικοί) με τους οποίους συνδέονται μεταξύ τους σε αλυσίδες λόγου, σε κείμενα (προφορικά και γραπτά).
Δεν είμαστε εμείς αυτοί που πλάσσουν τις λέξεις τής γλώσσας μας. Η γλώσσα μας και μαζί οι λέξεις της δεν ξεκινούν μ’ εμάς ως άτομα. Τις παραλαμβάνουμε έτοιμες, συμβατικά πλασμένες, συλλογικό καρπό από τις γενιές που προηγήθηκαν. Είναι «πολλών ανθρώπων παιδιά οι λέξεις μας», λέει ο Σεφέρης, χαρακτηριστικά, θέλοντας να δείξει την παράδοση, την ιστορία και την προσωπικότητα των λέξεων κάθε γλώσσας και τον σεβασμό που απαιτεί η χρήση τους. Γεννούν υποχρεώσεις οι λέξεις: Να γνωρίσεις καλά το περιεχόμενό τους, το εύρος και το βάθος τής πληροφορίας που δηλώνουν, δηλ. τη σημασία τους. Να σεβαστείς τη λειτουργία τους στην επικοινωνία, χρησιμοποιώντας τες και ερμηνεύοντας σωστά τη σημασία που έχουν στη γλώσσα. Η ειλικρίνεια στη χρήση και ερμηνεία των λέξεων είναι θέμα σεβασμού των αρχών τής επικοινωνίας και μαζί τής ηθικής τής γλώσσας. Γιατί κάθε ηθελημένη αλλοίωση τού περιεχομένου των λέξεων που χρησιμοποιείς ο ίδιος ή κάθε παραποίηση τής σημασίας των λέξεων που χρησιμοποιεί ο άλλος οδηγούν σε στρέβλωση τής επικοινωνίας και νόθευση των ανθρωπίνων σχέσεων.
Έτσι η αναζήτηση τής πιο πρόσφορης λέξης ή συνδυασμού λέξεων (φράσης, πρότασης) που θα πραγματώσει ένα επικοινωνιακό γεγονός δεν είναι πολυτέλεια· είναι ανάγκη. Ανάγκη επικοινωνιακή· που θα πει νοητική, πνευματική, εσωτερική. Κι όσο πιο γνήσια, πιο κατανοητά, πιο άμεσα πληρωθεί αυτή η ανάγκη, τόσο πιο ανθρώπινη, πιο ειλικρινής, πιο ουσιαστική γίνεται η επικοινωνία μας. Γι’ αυτό η πάλη με τις λέξεις, η αναμέτρηση με τον θησαυρό τής γλώσσας απ’ όπου αντλούμε τις λέξεις μας, η αγωνία για τη σωστή λέξη έχουν μεγάλη σημασία, αφού καθορίζουν την ποιότητα τής επικοινωνίας μας. «Πάρε τη λέξη μου, δώσε μου το χέρι σου» λέει ο Εμπειρίκος, ζητώντας να μεταβληθεί ο λόγος σε πράξη, να υπάρξει ανταπόκριση και πραγματική επικοινωνία. Άλλωστε, οι λέξεις (και γενικότερα η γλώσσα) σε τι άλλο οδηγούν παρά σε πράξεις. «How to do things with words», πώς να πράττουμε με λέξεις, διδάσκει χαρακτηριστικά ο φιλόσοφος τής γλώσσας Austin. Κι αν υπάρχει ένας κατεξοχήν χώρος όπου κυριαρχούν οι λέξεις, ο χώρος αυτός είναι η ποίηση: το βασίλειο των λέξεων. Γιατί εκεί πραγματικά η λέξη ή και ο απλούστερος συνδυασμός λέξεων, η φράση, μπορεί να σηκώνει το κύριο βάρος τού μηνύματος.
Βεβαίως, η επικοινωνία, από τη φύση της, στηρίζεται σε ευρύτερα σύνολα, πάνω και πέρα από τη λέξη· στηρίζεται σε κείμενα. Η μακροδομή (το κείμενο) στην επικοινωνία υπερισχύει τής μικροδομής (λέξης – φράσης – πρότασης). Η επικοινωνία είναι ανάπτυξη μιας κεντρικής ιδέας, μιας ανάγκης, ενός μηνύματος που προϋποθέτει σειρά νοημάτων, δηλ. προτάσεων, συγκροτημένων σε κείμενο. Ωστόσο, η λέξη, η επιλεγμένη, η ζυγισμένη, η φορτισμένη, η αποκαλυπτική, γίνεται συχνά το κέντρο βάρους τού μηνύματος. Είναι τυχαίο ότι ο μεγάλος πραγματιστής φιλόσοφος, ο Αριστοτέλης, είναι εκείνος που πρώτος εισήγαγε τη λέξη στην κύρια μονάδα και βάση τής γλώσσας;
Εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ, 14 Απριλίου 2002