Τα ετυμολογικά τού πολέμου.

* Το αντιστάθμισμα τού πολέμου, η ειρήνη, είναι μια εξίσου με τον πόλεμο αρχαία λέξη, είναι κι αυτή ομηρική

 Αυτές τις μέρες που όλοι μιλούν για τον πόλεμο, που λέξεις τού «σημασιακού πεδίου» τού πολέμου, όπως πόλεμος, μάχη, εχθρός, αιχμάλωτος, ειρήνη, όπλα, στρατός, νίκη, ήττα, επίθεση, άμυνα κ.ά. ακούγονται και γράφονται ασταμάτητα, είναι, νομίζουμε, επίκαιρο να μιλήσουμε για τη «σημασιολογία τού πολέμου», να ανιχνεύσουμε δηλ. την προέλευση των «πολεμικών λέξεων» πόλεμος, μάχη, ειρήνη και εχθρός. Η αρχική σημασία που προηγήθηκε τής σημερινής χρήσης τους μπορεί να εξηγήσει πώς αισθάνθηκαν και πώς εκφράστηκαν οι Ελληνες (και μερικοί άλλοι λαοί) απέναντι στη διαδικασία τής πολεμικής σύγκρουσης και τής δήλωσής της.

 Οι δύο βασικές λέξεις τού πολεμικού σημασιακού πεδίου, οι λέξεις πόλεμος και μάχη, είναι πανάρχαιες· είναι ομηρικές. Αρχικά η λέξη πόλεμος χρησιμοποιείτο με αρνητική χροιά («κακόσημη λέξη»), ενώ η μάχη με θετική χροιά («εύσημη λέξη»). Ετσι μερικές από τις ιδιότητες που προσδίδει στον πόλεμο ο Ομηρος είναι αιματόεις, δακρυόεις, ολοός, πολύδακρυς, στυγερός, κακός, δυσηχής, οκρυόεις (ψυχρός, φρικτός), φθισήνωρ (ολέθριος, ανδροφονιάς), δήιος (φονικός, καταστρεπτικός), οϊζηρός (οδυνηρός, ελεεινός), δυσηλεγής (αποκρουστικός, αμείλικτος) κ.τ.ό., αντίθετα προς τη μάχη που «φέρει δόξα στους άνδρες», είναι κυδιάνειρα, είναι κρατίστη κ.τ.ό. Αργότερα ο πόλεμος παίρνει την έννοια τού όλου (πόλεμος είναι το σύνολο των συγκρούσεων, η καθόλου αναμέτρηση με τον εχθρό), ενώ η μάχη την έννοια τού μέρους (μάχη είναι η μεμονωμένη, συγκεκριμένη φάση αναμέτρησης με τον εχθρό). Ετσι το να χαθεί μια μάχη δεν σημαίνει, όπως λέμε, ότι χάθηκε και ο πόλεμος! Επίσης η μάχη παίρνει τη γενικότερη έννοια τής σύγκρουσης, πέρα τής «πολεμικής μάχης». Φθάνει δηλ. να σημαίνει ό,τι η λ. αγώνας.

 Η λ. πόλεμος προέρχεται από το ομηρικό ρήμα πελεμίζω που σήμαινε «πολεμώ», με αρχική σημασία «φοβίζω τον εχθρό» (από υποθετικό τύπο πέλεμα «τρόμος, φόβος», πρβλ. γερμαν. felma «τρόμος») και μάλιστα «κραδαίνοντας τη λόγχη», αφού η λέξη είναι ομόρριζη τού πάλλω. Ας σημειωθεί ότι μια αρχαία γερμανική λέξη, η λ. werra «διαμάχη», έδωσε το αγγλ. war και το γαλλ. guerre, τις λέξεις που σημαίνουν τον πόλεμο στις αντίστοιχες γλώσσες.

 Αβέβαιη είναι η ετυμολογική προέλευση τού μάχομαι, απ’ όπου η λ. μάχη. Από άλλους συνδέεται με το μάχ-αιρα και από άλλους με το μήχ-αρ, μηχ-ανή, οπότε αρχική σημασία τού μάχομαι θα ήταν αντιστοίχως «χτυπώ με μαχαίρι» ή «μηχανεύομαι (πώς θα επιβληθώ στον αντίπαλο)». Σημειώνεται ότι από το λατινικό battuere «χτυπώ, πλήττω» προήλθαν τόσο το γαλλ. battaille όσο και το αγγλ. battle, ενώ στην ίδια ρίζα ανάγονται το γαλλ. και αγγλ. combat, ακόμη και το περίφημο debate «η συζήτηση» (αρχική σημασία: «διαπληκτίζομαι, ανταλλάσσω χτυπήματα με τον αντίπαλο», που διαφέρει ριζικά από τα αντίστοιχα ελληνικά συν-ζήτηση και διά-λογος).

 Το αντιστάθμισμα τού πολέμου, η ειρήνη, είναι μια εξίσου με τον πόλεμο αρχαία λέξη, είναι κι αυτή ομηρική. Ωστόσο, η προέλευση τής λέξης είναι άγνωστη (η σύνδεση με το είρω «συνδέω» δεν γίνεται ευρύτερα δεκτή), ενώ τύποι όπως Αθ-ήνη, Μυκ-ήνη δείχνουν μάλλον ότι πρόκειται για προελληνική (πελασγική) λέξη. Από τη ρίζα παγ/πακ- που σημαίνει «στερεώνω, συνδέω, ενώνω» και που έδωσε στην Ελληνική λέξεις όπως πήγ-νυμι, πήζω, πηκτός, άπαξ, πάγιος, πάγος, παγίς, παγετός, πάσσαλος κ.ά. προήλθαν το λατινικό pax (γεν. pacis), απ’ όπου το γαλλ. paix και από αυτό το αγγλ. peace.

 Ο πόλεμος διενεργείται πάντοτε εναντίον εξωτερικών αντιπάλων που χαρακτηρίζονται με την ιδιότητα τού εχθρός. Η λέξη αυτή συνδέεται ετυμολογικά με δύο πηγές: με λέξεις που σημαίνουν «μίσος» (αρχαίο έχθος «μίσος», απ’ όπου οι λέξεις απ-εχθής, ειδ-εχθής, απ-εχθ-άνομαι κ.ά.) και λέξεις από τη ρίζα *εχσ- που σημαίνουν «έξω, εκτός» (πρόθεση εξ/εκ, έξω, εξωτερικός, εκτός κ.ά.). Επομένως εχθ-ρός είναι «ο μισητός αντίπαλος, ο προερχόμενος απ’ έξω», δηλ. «ο μισητός, εξωτερικός αντίπαλος». (Ας μην ξεχνάμε, ωστόσο, ότι ο ξένος, ο ακίνδυνος ιδιώτης-επισκέπτης, όχι μόνον ήταν ευπρόσδεκτος, αλλά συνιστούσε και ιερή έννοια για τους αρχαίους, δηλώνοντας τον «φιλοξενούμενο»). Με τη β’ σειρά λέξεων (τη ρίζα *εχσ-) συνδέονται και λέξεις που δήλωσαν τον «ξένο» σε άλλες γλώσσες· πβ. γαλλ. ètranger, αγγλ. stranger και λατινικές λέξεις όπως ex, extra, extremus, exterior, απ’ όπου προέρχονται πολλές συναφείς ξένες λέξεις. Από μια άλλη ευρωπαϊκή ρίζα (το ghost-) που σήμαινε «ξένος», προήλθαν το λατ. hostis που αρχικά σήμαινε «ξένος» και αργότερα «(δημόσιος) εχθρός». Η λέξη έχασε τη σημασία τού «εχθρός» και έδωσε λέξεις δηλωτικές τού «φιλοξενούμενος», «φιλοξενία» κ.λπ., όπως γαλλ. hôte (ξένος), αγγλ. guest, γερμ. Gast, γαλλ. hôtel (ξενοδοχείο), γαλλ. hôpital, αγγλ. hospital (νοσοκομείο) (από το hospitium «φιλοξενία» προήλθε το ελλην. οσπίτιον, δηλ. το σπίτι). Από το inimicus που δήλωνε τον «ατομικό εχθρό» προήλθαν στις γλώσσες αυτές οι λέξεις που δηλώνουν τον εχθρό, το γαλλ. ennemi, το αγγλ. enemy.

 Η πάλη των αντιθέσεων που οδήγησε τον Ηράκλειτο στη γνωστή ρήση «πόλεμος πάντων μεν πατήρ εστι πάντων δε βασιλεύς, και τους μεν θεούς έδειξε τους δε ανθρώπους, τους μεν δούλους εποίησε τους δε ελευθέρους», ξεπερνάει τη φιλοσοφική δράση και αντίδραση των αντιθέτων ουσιών και προσλαμβάνει μορφές προκλητικής αγριότητας και υποβάθμισης τής ανθρώπινης ζωής, όπως ο πόλεμος τού Ιράκ που ζούμε σήμερα, με αδιαφανείς σκοπούς εκ μέρους των επιτιθεμένων και ανεξέλεγκτες επιπτώσεις για όλον τον κόσμο.

Το Βήμα: Νέες Εποχές, σ. 63. 6/4/2003

Καλάθι αγορών
Scroll to Top