Μία ή δύο λέξεις;

Ο διορθωτής τού «Βήματος», που θα διορθώσει λ.χ. αυτό το κείμενο αφού «χτυπηθεί» στον υπολογιστή, ο διορθωτής τής «Καθημερινής», των «Νέων», τής «Ελευθεροτυπίας», ο διορθωτής κάθε εφημερίδας, περιοδικού ή έντυπου κειμένου (βιβλίου κ.λπ.) αλλά και κάθε Έλληνας, μαθητής, δάσκαλος, επιστήμονας, δημόσιος υπάλληλος κ.λπ. που γράφει Ελληνικά, όλοι θα σταθούν στο πρόβλημα αν θα γράψουν ως μία ή ως δύο λέξεις φράσεις όπως: απ’ ευθείας – απευθείας, εν τούτοις – εντούτοις, επί μέρους – επιμέρους, κατ’ εξοχήν – κατεξοχήν, εν πρώτοις – ενπρώτοις, εν τω μεταξύ – εντωμεταξύ, επί κεφαλής – επικεφαλής, εξ αφορμής – εξαφορμής, όλως διόλου – ολωσδιόλου, εις βάρος – εισβάρος, συν τω χρόνω – συντοχρόνω κ.τ.ό.

Σε προηγούμενο κείμενό μου στο «Βήμα» (10/1/1999) είχα θέσει το θέμα τής ανάγκης να υπάρξει ενιαία ορθογραφία μερικών «προβληματικών» λέξεων τής Ελληνικής με πρωτοβουλία τής Ακαδημίας ή διαπανεπιστημιακής επιτροπής γλωσσολόγων και άλλων ειδικών ή όποιου άλλου έγκυρου επιστημονικού οργάνου. Στο άρθρο μου εκείνο είχα θίξει το πρόβλημα τής ορθογραφίας τριακοσίων περίπου λέξεων τής σύγχρονης Ελληνικής που έχω συγκεντρώσει (σε ειδικό πίνακα) και σχολιάσει στο Λεξικό μου, λέξεων με διφορούμενη ορθογραφία. Υπάρχει ακόμη το πρόβλημα τής ορθογραφίας των κυρίων ονομάτων που προέρχονται από ξένες γλώσσες (Σαίξπηρ, Γκαίτε, Μονταίν, Τσώρτσιλ, Λυντς, Ουγκώ, Βατερλώ κ.ά.), τα οποία δεν επιδέχονται απλογράφηση, όπως συμβαίνει με τις απλές ξένες λέξεις (τα προσηγορικά ονόματα: γκολ, σοφέρ, ταμπλό, πορτρέτο κ.λπ.). Εξίσου (ή εξ ίσου;) οξύ όμως είναι το πρόβλημα τής ορθογραφίας των φράσεων που αναφέραμε αρχίζοντας αυτό το άρθρο, με το οποίο θα ασχοληθούμε εφεξής.

Οι φράσεις αυτές αποτελούνται, κατά κανόνα, από μία πρόθεση και ένα όνομα (ουσιαστικό, επίθετο, αντωνυμία, αριθμητικό)· π.χ. εν αγνοία, εις μνήμην, παρ’ όλο, αφ’ υψηλού, με μιας, εξ αιτίας. Μπορεί επίσης να αποτελούνται από παρεμφερούς λειτουργίας στοιχεία: π.χ. έως ότου, τουτ’ έστιν, κατά πως, απ’ έξω, τω όντι. Ερωτήματα που προκύπτουν κατά την ορθογράφησή τους είναι: Θα γραφούν ως μία ή ως δύο λέξεις; Θα ισχύσει το ίδιο για όλες τις φράσεις αυτού τού τύπου; Υπάρχουν σταθερά κριτήρια για να προτιμηθεί η μία ή άλλη ορθογραφία; Μπορούν να υπάρξουν κανόνες για τη γραφή τους; Σ’ αυτά τα ερωτήματα θα απαντήσουμε με μεγάλη συντομία, γιατί αυτά τα ζητήματα επιδέχονται μακρά συζήτηση και αντίστοιχης έκτασης χώρο που δεν διαθέτουμε εδώ.

Γλωσσολογικά ο απαραίτητος όρος, το κύριο κριτήριο για να γραφούν δύο λέξεις ως μία είναι να αποτελούν μία τονική ενότητα, να συμπεριφέρονται σαν να ήταν μία λέξη (αφενός, εξάλλου, εφόσον, αφότου, επιτέλους). Ένα δεύτερο κριτήριο είναι να δηλώνουν από κοινού μια σημασία, πέρα από τη σημασία των συστατικών μερών τής φράσης (μολονότι, προπάντων, τουτέστι, ωστόσο). Τρίτο κριτήριο είναι κατά πόσον και τα δύο συστατικά τής φράσης απαντούν αυτοτελώς στον λόγο (επ’ ευκαιρία, εξ ολοκλήρου, εν αγνοία). Τα κριτήρια αυτά συνδυαστικώς εφαρμοζόμενα με συνεξέταση τής «ορθογραφικής συνήθειας», πώς δηλ. έχει καθιερωθεί να γράφονται αρκετές από αυτές τις φράσεις, οδηγούν στην ορθογράφηση που προτείνεται ακολούθως για τις πιο συχνές από αυτές τις φράσεις:

α) Φράσεις που γράφονται ή μπορούν να γραφούν ως μία λέξη: απαρχής, απεναντίας, απέξω, απευθείας, αφενός, αφετέρου, αφότου, διαμιάς, διόλου, ειδάλλως, ειδεμή, ενόσω, εντάξει, εντούτοις, εξαιτίας, εξάλλου, εξάπαντος, εξαπίνης, εξαρχής, εξίσου, εξού, επιπλέον, επιτέλους, εφάπαξ, εφεξής, εφόσον, καθαυτό, καθεξής, καθόλα (είναι καθόλα εντάξει), καθότι, καθόσον, κατευθείαν, καταγής, καταπώς, κατεξοχήν, μολαταύτα, μόλο (που), μεμιάς, μολονότι, μονομιάς, παρόλο (που), παρότι, προπάντων, προπαντός, τωόντι, τουτέστι(ν), υπόψη (αλλά: υπ’ όψιν), φερειπείν, ωσότου, ωστόσο.

β) Φράσεις που γράφονται ή μπορούν να γραφούν ως δύο λέξεις: αφ’ εαυτού, αφ’ υψηλού, διά βίου, διά ζώσης, διά παντός, διά ταύτα, εις βάρος, εις μάτην, εις μνήμην, εκ μέρους, εκ νέου, εν αγνοία, εν ανάγκη, εν αντιθέσει, εν γένει, εν γνώσει, εν είδει, εν ενεργεία, εν κατακλείδι, εν λευκώ, εν λόγω, εν μέρει, εν μέσω, εν ολίγοις, εν ονόματι, εν πολλοίς, εν προκειμένω, εν συνεχεία, εν συντομία, εν σχέσει, εν τέλει, εν τω μεταξύ, εξ αδιαιρέτου, εξ αίματος, εξ ανάγκης, εξ αφορμής, εξ ολοκλήρου, εξ ορισμού, εξ όψεως, επ’ αυτοφώρω, επ’ ευκαιρία, επί κεφαλής (έτσι θα αποφεύγεται η κλίση της «τού επικεφαλή»! «τον επικεφαλή»!), επί μέρους, επί τούτω, επ’ ωφελεία, έως ότου, κατ’ ανάγκην, κατ’ αρχάς, κατ’ αρχήν, κατ’ ιδίαν, όλως διόλου, παρ’ ολ’ αυτά, συν τοις άλλοις, συν τω χρόνω, τέλος πάντων, υπ’ όψιν, ως εκ τούτου, ως επί το πλείστον.

Ας σημειωθεί, ωστόσο, με σαφήνεια και αίσθηση πραγματικότητας ότι απόλυτη συνέπεια στο ετερόκλιτο (όχι ετερόκλητο!) πλήθος των φράσεων δεν υφίσταται ούτε μπορεί να υπάρξει αφού —το είπαμε στην αρχή— ουδέποτε ένα σώμα ειδικών μελέτησε και ρύθμισε συστηματικά το θέμα στο σύνολό του.

 

Εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ, 11 Απριλίου 1999

Καλάθι αγορών
Scroll to Top